Facebook
magnify
Home Αποζημίωση Νομολογιακές Εξελίξεις στις Συμβάσεις Εμπορικής Αντιπροσωπείας και Διανομής
formats

Νομολογιακές Εξελίξεις στις Συμβάσεις Εμπορικής Αντιπροσωπείας και Διανομής

* Νομολογιακές Εξελίξεις στις Συμβάσεις Εμπορικής Αντιπροσωπείας και Διανομής
* Ζήτημα επαναγοράς και διάθεσης αποθεμάτων σε περίπτωση λύσης της Συμφωνίας και απουσίας Συμβατικής Ρήτρας
* Σύγχρονες Εξελίξεις στη λειτουργία της Σύμβασης Εμπορικής Αντιπροσωπείας
* Η δικαιοδοσία και το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας
* Εξελίξεις στο δίκαιο των συμβάσεων εμπορικής αντιπροσωπείας
* Δικαιώματα αντιπροσώπων όταν συγχωνεύεται ο προμηθευτής
* «Δεκάλογος» για την προστασία των δικαιωμάτων των εμπορικών αντιπροσώπων
* Τα δικαιώματα των διανομέων όταν καταγγέλλονται οι συμβάσεις

Νομολογιακές Εξελίξεις στις Συμβάσεις Εμπορικής Αντιπροσωπείας και Διανομής
Του Δημητρίου Β. Κουτσούκη*
Δελτίο Πληροφοριών Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2008

1. Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας μας (Άρειος Πάγος) εξέδωσε μια ιστορική απόφαση που αφορά τα δικαιώματα των εμπορικών αντιπροσώπων και διανομέων. Συγκεκριμένα εκδόθηκε πρόσφατα η υπ’αριθμ. 1554/08 απόφασή του που έταμε ορθά τα παρακάτω εριζόμενα ζητήματα στη θεωρία και νομολογία όσον αφορά το δίκαιο της εμπορικής αντιπροσωπείας (Π.Δ. 219/1991).

2. Το πρώτο ζήτημα αναφέρεται στο αν η δήλωση που πρέπει να κάνει ο εμπορικός αντιπρόσωπος / διανομέας εντός ενός έτους από την λύση της σύμβασης σχετικά με την πρόθεσή του να ασκήσει τα δικαιώματά του πρέπει να γίνει εγγράφως ή ατύπως και κυρίως αν αρκεί η γενική αυτή επιφύλαξη των νομίμων δικαιωμάτων ή πρέπει οπωσδήποτε να εξειδικεύονται οι επί μέρους αξιώσεις / δικαιώματα του εμπορικού αντιπροσώπου όπως είναι π.χ. η αξίωση αποζημίωσης πελατείας, διαφυγόντα κέρδη κ.α.  Η παραπάνω αρεοπαγιτική απόφαση έκρινε ότι αρκεί η άτυπη δήλωση και ακόμη ότι αρκεί η γενική επιφύλαξη των νόμιμων  δικαιωμάτων,  αφού όλα τα δικαιώματα έχει ο εμπορικός αντιπρόσωπος / διανομέας προκύπτουν από το νόμο. Με την απόφαση αυτή παραμερίστηκε ένα σημαντικό εμπόδιο στην ευδοκίμηση αγωγών, θιγόμενων εμπορικών αντιπροσώπων και διανομέων.

3. Το δεύτερο ζήτημα που έκρινε ορθά ο Άρειος Πάγος είναι αν η διαρκής σύμβαση εμπορικής αντιπροσωπείας/διανομής με ορισμένου χρόνου συμβάσεις που ανανεώνονται αλληλοδιαδόχως, μετατρέπεται σε σύμβαση αορίστου χρόνου. Πρόκειται για τις λεγόμενες αλυσιδωτές συμβάσεις. Η ανωτέρω απόφαση έκρινε ότι «Ως αορίστου διαρκείας θεωρείται και η σύμβαση που διήρκεσε επί μακρό σχετικά χρόνο, κατά τη διάρκεια του οποίου και σε τακτά χρονικά διαστήματα, καταρτίζονταν μεταξύ των μερών μερικότερες συμβάσεις ορισμένου χρόνου, με ταυτόσημο ή κυρίως ίδιο περιεχόμενο, χωρίς να αποτελούν κάθε φορά αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των μερών, όλοι οι διέποντες τη συνεργασία τους ουσιώδεις συμβατικοί όροι, αλλά εξακολουθούν να ισχύουν οι περιεχόμενοι στις προγενέστερες συμβάσεις, οι οποίες τροποποιούνται με τις μεταγενέστερες σε ορισμένα σημεία τους».

Με βάση την ορθή αυτή θέση ο αντιπροσωπευόμενος – προμηθευτής, αν θέλει να λήξει η σύμβαση  που έχει με τον εμπορικό αντιπρόσωπο – διανομέα πρέπει, εφόσον δεν συντρέχει σπουδαίος λόγος,   να τάξει την προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία προμήνυσης τακτικής καταγγελίας,  αλλιώς υποχρεούται σε καταβολή διαφυγόντων κερδών .

4. Και το τελευταίο ζήτημα που έκρινε η εν λόγω απόφαση είναι ότι είναι νόμιμη η αγωγή καταβολής  διαφυγόντων κερδών όταν στην αγωγή επιζητούνται τα μικτά κέρδη. Έτσι θα ανακοπεί η παρατηρούμενη τάση να απορρίπτονται από τα δικαστήρια ουσίας αγωγές ως μη νόμιμες όταν επιζητούνται μεικτά και όχι καθαρά κέρδη .

5. Εκτιμώντας συνολικά την απόφαση αυτή, η οποία εκδόθηκε κατόπιν αίτησης αναίρεσης του γράφοντος, πρόκειται για μια σημαντική απόφαση στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων δικαίου που αφορούν τις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας και διανομής. Η παραπάνω αρεοπαγιτική απόφαση εμφορούμενη από το πνεύμα και το σκοπό της οδηγίας 86/653/ΕΟΚ «για τον συντονισμό των δικαίων των κρατών – μελών σχετικά με τους ανεξάρτητους εμπορικούς αντιπροσώπους» έδωσε λύσεις δίκαιες που επιτρέπουν την αποτελεσματική προστασία των απονεμόμενων από το κοινοτικό δίκαιο δικαιωμάτων υπέρ των αδυνάτων εμπορικών αντιπροσώπων/διανομέων.

Ζήτημα επαναγοράς και διάθεσης αποθεμάτων σε περίπτωση λύσης της Συμφωνίας και απουσίας Συμβατικής Ρήτρας
Του Δημητρίου Κ. Ρούσση**
Δελτίο Πληροφοριών Απρίλιος-Ιούνιος 2008

Σύγχρονες Εξελίξεις στη λειτουργία της Σύμβασης Εμπορικής Αντιπροσωπείας
Του Δημητρίου Κ. Ρούσση**
Δελτίο Πληροφοριών Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2007

Εξελίξεις στο δίκαιο των συμβάσεων εμπορικής αντιπροσωπείας
Του Δημητρίου Β. Κουτσούκη*
Δελτίο Πληροφοριών Απρίλιος-Ιούνιος 2007

1. Με νομοθετική παρέμβαση το υπουργείο Ανάπτυξης ξεκαθάρισε το τοπίο στις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας και διανομής ακολουθώντας τις τελευταίες νομολογιακές εξελίξεις.

2. Είχε δημιουργηθεί μέγα ζήτημα αν οι εμπορικοί αντιπρόσωποι δικαιούνται αποζημίωση πελατείας και άλλα δικαιώματα (διαφυγόντα κέρδη κ.λπ.) όταν η σύμβαση συνάπτεται άτυπα, χωρίς δηλαδή να τηρηθεί ο έγγραφος Τύπος. Με βάση την πρόσφατη νομολογία του Αρείου Πάγου το θέμα λύθηκε υπέρ της άποψης ότι δεν είναι αναγκαία η τήρηση του έγγραφου τύπου για την εφαρμογή του Π.Δ. 219/91.

3. Την ορθή αυτή άποψη επιβεβαιώνει και η τελευταία νομοθετική ρύθμιση του άρθρου 14 του ψηφισθέντος νόμου για την τροποποίηση του Π.Δ. 237/1986 περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως της εξ ατυχημάτων αυτοκινήτων αστικής ευθύνης, το οποίο τροποποιεί το άρθρο 8 παρ. 1 του ΠΔ 219/1991 «περί εμπορικών αντιπροσώπων» και ορίζει ότι «Για την εφαρμογή του παρόντος προεδρικού διατάγματος δεν απαιτείται η τήρηση έγγραφου τύπου». Η νομοθετική αυτή παρέμβαση εν όψει της παραπάνω νομολογίας του Αρείου Πάγου έχει διασαφηνιστικό και επιβεβαιωτικό χαρακτήρα.

4. Έτσι δικαίωμα αποζημίωσης δεν έχουν μόνο οι εμπορικοί αντιπρόσωποι των οποίων οι συμβάσεις θα συναφθούν μετά την ισχύ της παραπάνω διάταξης, αλλά και οι εμπορικοί αντιπρόσωποι με ισχύουσες (παλιές άτυπες) συμβάσεις με βάση την παραπάνω νομολογία του Αρείου Πάγου.

5. Παραπέρα με τη νομοθετική ρύθμιση επεκτάθηκαν τα δικαιώματα αποζημίωσης και στους εμπορικούς αντιπροσώπους παροχής υπηρεσιών (ταξιδιωτικούς πράκτορες, ασφαλιστικούς και τραπεζιτικούς πράκτορες, πράκτορες ταχυμεταφορών). Να σημειωθεί ότι η ρύθμιση και πάλι ακολούθησε τις νομολογιακές εξελίξεις και λύσεις που δέχθηκαν την αναλογική εφαρμογή του ΠΔ 219/1991 (που αφορά μόνο εμπορεύματα) και στις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας παροχής υπηρεσιών.

6. Ακόμη τα δικαιώματα του εμπορικού αντιπροσώπου έχουν, με βάση τη νέα ρύθμιση, αναλογικά και οι αποκλειστικοί διανομείς, εφόσον ως συνέπεια της σύμβασης αποκλειστικής διανομής ο διανομέας ενεργεί ως τμήμα της οργάνωσης του προμηθευτή. Να σημειωθεί ότι το θέμα αυτό λύθηκε πρόσφατα νομολογιακά (με αποφάσεις του Αρείου Πάγου) θετικά οπότε και η ρύθμιση αυτή έχει διασαφηνιστικό χαρακτήρα. Δεν θα λείψουν όμως και τα προβλήματα ερμηνείας της άνω ρύθμισης, αφού η διάταξη δεν εξειδικεύει τα κριτήρια για την κρίση υπό ποιες προϋποθέσεις ο διανομέας ενεργεί ως τμήμα της οργάνωσης του προμηθευτή.

7. Αν και δεν αναφέρεται ρητά στη νέα ρύθμιση, τα δικαιώματα του εμπορικού αντιπροσώπου θα έχουν, αναλογικά και υπό τις παραπάνω προϋποθέσεις, και οι παραγγελιοδοχικοί αντιπρόσωποι, οι διανομείς συστημάτων επιλεκτικής διανομής (π.χ. στον τομέα της διανομής καινούργιων αυτοκινήτων και παροχής επισκευαστικών υπηρεσιών και άλλων ειδών πολυτελείας και υψηλής τεχνικής) και οι δικαιοδόχος στις συμβάσεις δικαιόχρησης (franchising).

Η δικαιοδοσία και το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας
Του Δημητρίου Κ. Ρούσση**
Δελτίο Πληροφοριών Ιανουάριος-Μάρτιος 2007

1. Ο εμπορικός αντιπρόσωπος, συνήθως, υπογράφει συμβάσεις, οι οποίες προβλέπουν ρήτρες παρέκτασης και συστήνουν αποκλειστική δικαιοδοσία των δικαστηρίων της χώρας κύριας εγκατάστασης του προμηθευτή-αντιπροσωπευομένου, καθώς και εφαρμογή του δικαίου της χώρας έδρας του εντολέα. Στις συμβάσεις αυτές είναι υποχρεωμένος να προσχωρεί ο αντιπρόσωπος, εφόσον επιθυμεί να αποκτήσει την αποκλειστικότητα ή, εν πάση περιπτώσει, τη δυνατότητα αντιπροσώπευσης εγνωσμένης φήμης και αξίας προϊόντων και σημάτων και, έτσι, να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στη σχετική αγορά από τους εν δυνάμει αντιπροσώπους-ανταγωνιστές του.

2. Με αυτό, όμως, τον τρόπο, τα δικαιώματα του αντιπροσώπου, ιδίως σε περίπτωση ανώμαλης εξέλιξης της σύμβασής του, αλλά και σε περίπτωση λύσης της, τελούν υπό την αίρεση αναγνώρισής τους και υπό τις προϋποθέσεις που θέτει το δίκαιο και τα δικαιοδοτικά όργανα του κράτους προέλευσης και δραστηριοποίησης του ισχυροτέρου αντισυμβαλλομένου του προμηθευτή του.

3. Βέβαια, ο εμπορικός αντιπρόσωπος δεν είναι απολύτως απροστάτευτος στις περιπτώσεις συμφωνίας τέτοιας ρήτρας. Πλέον η συνομολόγηση τέτοιου είδους καταπλεονεκτικών και καταχρηστικών ρητρών σε βάρος του αντιπροσώπου, στη συνήθη περίπτωση σημαντικής οικονομικής εξάρτησης του τελευταίου από τον προμηθευτή του, κολάζεται κατά το δίκαιό μας και τη δημόσια αυτού τάξη (ΑΚ 179, 200, 281, 361, άρθρ. 2 ν. 2251/1994, 20 και 25 παρ. 3 Συντ,), αλλά, πλέον και στον ενιαίο ευρωπαϊκό χώρο, η ομοιόμορφη δικαιϊκή αντιμετώπιση του εμπορικού αντιπροσώπου και η θέσπιση των αμέσου εφαρμογής και αναγκαστικού δικαίου διατάξεων περί αποζημίωσης πελατείας επιφυλάσσουν στον αντιπρόσωπο επιεικέστερη και ασφαλέστερη από πλευράς δικαίου αντιμετώπισή του από το σύνολο των δικαιοδοτικών οργάνων των κρατών μελών της Ένωσης.

4. Περαιτέρω για τα ζητήματα δικαιοδοσίας, ρητρών παρέκτασης και εφαρμοστέου δικαίου, αλλά και για τον προστατευτικό και ενοποιητικό ρόλο της Οδηγίας 86/653/ΕΟΚ, βλ. το πόρισμα του ΔΕΚ Υπόθεση C-381/98, Απόφαση της 09.11.00, Ingmar κατά Eaton Technologies, ΕΕμπΔ 2001, σελ. 133επ., όπου σημειώνεται ότι «… οι διατάξεις της κοινοτικής Οδηγίας για τους εμπορικούς αντιπροσώπους που εισάγουν το θεσμό της αποζημίωσης πελατείας θεσπίζουν αναγκαστικό δίκαιο, το οποίο εφαρμόζεται ακόμα και αν τα μέρη έχουν επιλέξει ως εφαρμοστέο δίκαιο χώρας μη μέλους που δεν προβλέπει αντίστοιχο θεσμό …». Αυτό σημαίνει ότι λ.χ. για το ζήτημα της εφαρμογής του θεσμού της αποζημίωσης πελατείας δεν ασκεί επιρροή η συμβατική επιλογή ενός δικαίου (του κράτους προέλευσης του προμηθευτή), το οποίο ενδέχεται να μην περιλαμβάνει πρόβλεψη περί αποζημίωσης πελατείας και ότι ο αντιπρόσωπος δύναται να αξιώσει αποζημίωση πελατείας σε περίπτωση λύσης της σύμβασης.

5. Ο όρος περί της αποκλειστικής παρέκτασης διεθνούς δικαιοδοσίας και προσφυγής στα δικαστήρια του ενός συμβαλλομένου μέρους, κατά το άρθρο 23 του Καν. 44/2001, όπου ορίζεται ότι: « Αν τα μέρη, από τα οποία ένα τουλάχιστον έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους, συμφώνησαν ότι ένα δικαστήριο ή τα δικαστήρια κράτους μέλους θα δικάζουν τις διαφορές που έχουν προκύψει ή που θα προκύψουν από συγκεκριμένη έννομη σχέση, το δικαστήριο αυτό ή τα δικαστήρια του κράτους αυτού έχουν διεθνή δικαιοδοσία. Αυτή η δικαιοδοσία είναι αποκλειστική εκτός αν τα μέρη συμφώνησαν άλλως», είναι κατ’ αρχήν έγκυρη. Ενδέχεται, όμως, τα ελληνικά δικαστήρια, εφόσον αρχικά προσφύγει σε αυτά ο εμπορικός αντιπρόσωπος να εκτιμήσουν ότι η εν λόγω ρήτρα πλήττει τα συμφέροντα του ασθενέστερου αντισυμβαλλομένου αντιπροσώπου και αντίκειται στο πνεύμα του Κανονισμού (και παλαιότερα της Σύμβασης των Βρυξελλών) και στις ρυθμίσεις της lex fori (ελληνικό δίκαιο), καθώς πρόκειται περί συμφωνίας αντίθετης στα χρηστά ήθη ως καταπλεονεκτικής και καταχρηστικής. Εάν και εφόσον, προκύψει ανάλογο πόρισμα τότε ο εγχώριος δικαστής δύναται να αποφανθεί για την ακυρότητα της ανωτέρω ρήτρας παρέκτασης και να αναγνωρίσει την ύπαρξη δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων.

6. Περαιτέρω, η επιλογή από τα συμβαλλόμενα μέρη δικαίου άλλης χώρας (και πόσο μάλλον η επιβολή της θέλησης του ισχυρού αντισυμβαλλομένου) δύναται να παραμερισθεί και να εφαρμοσθούν οι διατάξεις αναγκαστικού δικαίου και αμέσου εφαρμογής (όπως το ελληνικό διάταγμα 219/1991 περί αποζημίωσης πελατείας) της χώρας εκείνης, η οποία παρουσιάζει στενό σύνδεσμό με όλα τα δεδομένα της επίμαχης διαφοράς (εν προκειμένω της Ελλάδας, όπου έχει την έδρα του και αναπτύσσει τη δραστηριότητά ο εκάστοτε εμπορικός αντιπρόσωπος, βλ. και ΕφΑθ 5035/2003, ΔΕΕ 2004, σελ. 1175, ΕφΑθ 3082/2005, ΔΕΕ 2005, σελ. 1081 και γενικότερα για τη δυνατότητα εφαρμογής του ευρισκόμενου σε στενότερη σχέση με τη διαφορά ελληνικού δικαίου και παραμερισμού του επιλεγέντος και επιβληθέντος από τον προμηθευτή-εντολοδόχο δικαίου υπάρχει πλουσιότατη βιβλιογραφία, βλ. Ανδρουτσόπουλο, όπ.π., σελ. 90, Λιακόπουλο, Ζητήματα Εμπορικού Δικαίου, Γενικό Μέρος, Εμπορικές Συμβάσεις, Αθήνα 1996, σελ. 128επ., Νικολαΐδη, όπ.π., σελ. 139επ., Περάκη, Σημείωση εις ΠΠρΑθ 7635/2000, ΔΕΕ 2000, σελ. 1093, Βασιλακάκη, Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας επί διαφορών από σύμβαση και από αδικοπραξία, Αθήνα 2004, του ιδίου, Ζητήματα διεθνούς δικαιοδοσίας και εφαρμοστέου δικαίου επί συμβάσεως διανομής, ΔΕΕ 2004, σελ. 857επ., Περάκη, Ζητήματα εφαρμοστέου δικαίου στην εμπορική αντιπροσωπεία, Θέματα Θεωρίας και Πράξης του Εμπορικού Δικαίου, Αθήνα 2004, σελ. 405επ., Βρέλλη, Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο, Αθήνα 2001, σελ. 199). Υπάρχουν αρκετές αποφάσεις και επιστημονικές, λοιπόν, θέσεις, όπου υπογραμμίζεται γενικότερα η δυνατότητα εφαρμογής του ευρισκόμενου σε στενότερη σχέση με τη διαφορά ελληνικού δικαίου και παραμερισμού του επιλεγέντος και επιβληθέντος από τον προμηθευτή-εντολοδόχο δικαίου, την οποία υπολογίζουν αρκετές φορές τα ελληνικά δικαστήρια.

Συνεπώς, ο εμπορικός αντιπρόσωπος έχει τη δυνατότητα να προστατευθεί σχετικά επαρκώς και στην περίπτωση συνομολόγησης δυσχερών για τη νομική του υποστήριξη ρητρών δικαιοδοσίας και εφαρμοστέου δικαίου έχοντας μάλιστα αρκετές πιθανότητες όπως φέρει την υπόθεσή του παραδεκτώς ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων και κριθεί με βάση τις αρχές του ελληνικού συστήματος δικαίου.

Δικαιώματα αντιπροσώπων όταν συγχωνεύεται ο προμηθευτής
Του Δημητρίου Β. Κουτσούκη*
Δελτίο Πληροφοριών Απρίλιος-Ιούνιος 2005

Στον Οικονομικό Τύπο καθημερινά ανακοινώνονται συγκεντρώσεις και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων. Τελευταία γίνεται λόγος ότι αρχίζει ένα νέο κύμα συγχωνεύσεων.

Ως γνωστόν, οι συγκεντρώσεις/συγχωνεύσεις αποτελούν το πλέον πρόσφορο μέσο για την αύξηση του μεγέθους και βεβαίως για την επέκταση των δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης σε άλλες αγορές.

Πέρα από τα προβλήματα ανταγωνισμού που θέτουν οι συγκεντρώσεις επιχειρήσεων επηρεάζουν άμεσα και τις σχέσεις των συγχωνευόμενων εταιρειών με τους εργαζόμενους, τους προμηθευτές και τους διανομείς τους./ εμπορικούς αντιπροσώπους.

Με τη συγχώνευση/συγκέντρωση δεν αυξάνεται μόνο η δύναμη αγοράς (market power), αλλά και η διαπραγματευτική ισχύς της ελέγχουσας (εξαγοράζουσας) επιχείρησης με συνέπεια οι διανομείς/αντιπρόσωποι να είναι τα «πρώτα θύματα» της νέας πολιτικής.

Παραπέρα πολλές φορές συμβαίνει οι συγχωνευόμενες επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται στις ίδιες αγορές (παράγουν τα ίδια προϊόντα) και βεβαίως να έχουν δικά τους δίκτυα διανομής. Στη περίπτωση αυτή γίνεται επίκληση της ανάγκης τάχα εξορθολογισμού των δικτύων διανομής με συνέπεια τη μείωση του αριθμού των διανομέων/αντιπροσώπων. Έτσι μετά την συγχώνευση έρχεται η όχι ευχάριστη είδηση για καταγγελία των συμβάσεων διανομής/εμπορικής αντιπροσωπείας. Μακροχρόνιες συμβάσεις καταγγέλλονται και οι διανομείς/αντιπρόσωποι μένουν με τον κόπο που κατέβαλαν για την καθιέρωση των προϊόντων στην αγορά.

Το εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι αν οι διανομείς/αντιπρόσωποι μπορούν σε μια τέτοια κατάσταση να αντιδράσουν και να διαφυλάξουν τα εύλογα και νόμιμα συμφέροντά τους. Η απάντηση είναι καταφατική. Παρακάτω θα αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές μορφές αντίδρασης.

Πρώτα-πρώτα μπορούν να εκφράσουν τις αντιρρήσεις τους στις αρμόδιες αρχές ανταγωνισμού και τα δικαστήρια. Πρέπει να σημειωθεί ότι συγχωνεύσεις πολυεθνικών εταιρειών θέτουν μείζονα προβλήματα ανταγωνισμού, όταν με αυτές δημιουργείται δεσπόζουσα θέση ή περιορίζεται σημαντικά ο ανταγωνισμός. Έτσι οι διανομείς /αντιπρόσωποι έχουν κάθε λόγο να συνεισφέρουν στην προσπάθεια να μην πραγματοποιηθεί μια τέτοια συγκέντρωση. Γιατί οι αποφάσεις για συγκέντρωση των επιχειρήσεων λαμβάνονται με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδιοκτητών/πλειοψηφικών μετόχων. Ουδέποτε ή ίσως πολύ σπάνια λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των εργαζομένων ή των διανομέων/εμπορικών αντιπροσώπων.

Δεύτερη μορφή αντίδρασης είναι η κατάστρωση στρατηγικής για την αντιμετώπιση πιθανής καταγγελίας των συμβάσεων διανομής /αντιπροσώπων. Ο νέος ιδιοκτήτης (μετά την συγχώνευση) δεν μπορεί να καταγγείλει, χωρίς την ύπαρξη ιδιαίτερου λόγου, τις υφιστάμενες συμβάσεις διανομής/εμπορικής αντιπροσωπείας. Έτσι πρέπει να τεθούν σε καραντίνα οι όποιες κινήσεις του νέου ιδιοκτήτη/εξουσιαστή.

Τρίτο, σε περίπτωση που γίνει καταγγελία ο διανομέας/εμπορικός αντιπρόσωπος πρέπει να γνωρίζει ότι έχει δικαιώματα. Δικαιούται να πάρει αποζημίωση. Ανάλογα με τις ειδικές περιστάσεις και συνθήκες, η αποζημίωση μπορεί να φτάσει μέχρι και πέντε φορές των κερδών του τελευταίου της συνεργασίας έτους.

Ο διανομέας/αντιπρόσωπος για να πετύχει τα παραπάνω χρειάζεται ειδική συμβουλή και καθοδήγηση. Η πείρα δείχνει ότι διανομείς/εμπορικοί αντιπρόσωποι εύκολα πέφτουν σε παγίδες, λόγω άγνοιας, και χάνουν τα δικαιώματά τους. Οι πολυεθνικοί γίγαντες υποστηριζόμενοι από ειδικευμένους δικηγόρους, επιδιώκουν πάντοτε, αν βρουν πρόσφορο έδαφος, να επιβάλλουν τους όρους τους και να ακυρώσουν τα δικαιώματα των διανομέων/εμπορικών αντιπροσώπων.

Είναι στο χέρι κάθε διανομέα/αντιπροσώπου να προστατεύσει τα συμφέροντά του και να τιμήσει τους κόπους του. Η άλλη πλευρά γνωρίζει πολύ καλά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της και τον τρόπο διαχείρισης τέτοιων καταστάσεων. Ο διανομέας/εμπορικός αντιπρόσωπος γνωρίζει τα δικαιώματά του και την ακολουθητέα στρατηγική πραγμάτωσής τους; Η πείρα δείχνει ότι, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, επικρατεί θλιβερή άγνοια στο χώρο.

Τα δικαιώματα των εμπορικών αντιπροσώπων/διανομέων όταν καταγγέλλονται οι συμβάσεις
Του Δημητρίου Β. Κουτσούκη*
http://www.naftemporiki.gr/premium/archive/story.asp?id=825156
Σάββατο, 20 Σεπτεμβρίου 2003

1. Είναι συνηθισμένο στο εμπόριο να γίνεται η διάθεση των προϊόντων από τον κατασκευαστή στον τελικό καταναλωτή με τη βοήθεια των εμπορικών αντιπροσώπων ή των διανομέων (αποκλειστικών ή μη). Οι οίκοι του εξωτερικού αντί να ιδρύσουν θυγατρικές εταιρείες στην Ελλάδα, επωμιζόμενες σημαντικά έξοδα επενδύσεων επιλέγουν να ορίσουν στην Ελλάδα έναν (αποκλειστικό) εμπορικό αντιπρόσωπο ή σε άλλες περιπτώσεις έναν (αποκλειστικό) διανομέα.

Αυτός με τη σειρά του προκειμένου να προωθήσει τα εμπορεύματα σε όλη την Ελλάδα ορίζει κατά τόπους αντιπροσώπους ή διανομείς ανά περιοχή, πολλές φορές αποκλειστικούς. Έτσι δημιουργούνται τα λεγόμενα συστήματα διανομής (αποκλειστικής διανομής, επιλεκτικής διανομής με ποσοτικά και ποιοτικά κριτήρια). Τελευταία διαφημίζεται και η επιτυχημένη μέθοδος Franchising (δικαιόχρησης) για τη διανομή αγαθών ή για την παροχή υπηρεσιών.

2. Κατά την ανάπτυξη των δικτύων διανομής διάθεσης των προϊόντων χρησιμοποιούνται ομοιόμορφες συμβάσεις που υπογράφονται από όλα τα μέλη του δικτύου. Οι συμβάσεις αυτές πολλές φορές χρησιμοποιούνται από τον προμηθευτή/αποκλειστικό εισαγωγέα ως μέσο καταδυνάστευσης των αντισυμβαλλόμενων του (εμπορικών αντιπροσώπων, διανομέων, δικαιοχρηστών). Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που οι συμβάσεις αυτές, όπως δείχνει η πείρα, διαλαμβάνουν πάρα πολλές καταχρηστικές και άκυρες ρήτρες. Και όχι μόνο αυτό. Διαλαμβάνουν και ρήτρες οι οποίες αντίκεινται στο δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού (κοινοτικού και ελληνικού).

3. Σε περίπτωση καταγγελίας των συμβάσεων οι εμπορικοί αντιπρόσωποι/διανομείς αντί να προσφύγουν και να επιζητήσουν μια έγκυρη συμβουλή για τη διεκδίκηση των νόμιμων δικαιωμάτων τους, απογοητεύονται παρασυρόμενοι, πολλές φορές, από τις καταχρηστικές και άκυρες ρήτρες που διαλαμβάνουν οι συμβάσεις και έτσι αδρανούν και εγκαταλείπουν κάθε προσπάθεια για αποκατάσταση της αδικίας που συμβαίνει εις βάρος τους.

4. Με το παρόν άρθρο επιθυμούμε αφενός να διαφωτίσουμε τους εμπορικούς αντιπροσώπους /μέλη συστημάτων διανομής για τα δικαιώματά τους και αφετέρου να δώσουμε μερικές συμβουλές για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων αυτών. Ξεκινάμε με τέσσερις απλές συμβουλές.

5. Τέσσερις συμβουλές:

Συμβουλή 1η. Πριν υπογραφεί οποιαδήποτε σύμβαση αλλά και μεταγενέστερα σε περίπτωση τροποποίησης, πρέπει να επιζητείται η συμβουλή δικηγόρου ειδικού και ασχολούμενου με τα ζητήματα διανομής εμπορευμάτων/υπηρεσιών για τον έλεγχο των συμβάσεων.

Συμβουλή 2η. Σε περίπτωση καταγγελίας προστρέχουμε αμέσως στον ειδικό μας δικηγόρο για να μας δώσει συμβουλή για τις περαιτέρω ενέργειες. Η άμεση καταφυγή στον δικηγόρο ωφελεί τα μέγιστα για την επιτυχή έκβαση της υπόθεσης. Τούτο απαιτεί η ανάγκη ανάπτυξης κατάλληλης στρατηγικής.

Συμβουλή 3η. Οποιαδήποτε αλληλογραφία έκτοτε καλό είναι να γίνεται αφού πρώτα ενημερωθεί ο δικηγόρος σας

Συμβουλή 4η. Για κάθε περαιτέρω κίνηση να επιδιώκετε την προηγούμενη συναίνεση (συμβουλή) του δικηγόρου σας.

6. Εύλογα τώρα τίθεται το ζήτημα για τα δικαιώματα των εμπορικών αντιπροσώπων και των μελών των δικτύων διανομής σύμφωνα με τα παραπάνω. Πρώτα-πρώτα πρέπει να επισημανθεί ευθύς εξαρχής ότι το ζήτημα ποια δικαιώματα έχει ο αντιπρόσωπος/ διανομέας /franchisee στην περίπτωσή του, μπορεί να απαντηθεί μόνο μετά από έλεγχο και εκτίμηση των ειδικών και ιδιαίτερων συνθηκών κάθε ατομικής περίπτωσης. Συνεπώς οι παρακάτω γενικές επισημάνσεις ισχύουν με την επιφύλαξη αυτή.

7. Σε κάθε περίπτωση καταγγελίας οι αποζημιώσεις μπορούν να αφορούν διαφυγόντα κέρδη, αναπόσβεστες δαπάνες επένδυσης, αποζημίωση πελατείας, ηθική βλάβη. Ποιες από αυτές τις αξιώσεις είναι σε κάθε ατομική περίπτωση δικαστικά επιδιώξιμες εξαρτάται από το είδος της καταγγελίας και από τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης από το δικηγόρο. Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι σε περίπτωση καταγγελίας μπορεί να λάβει κανείς ως αποζημίωση ποσό που αντιστοιχεί μέχρι έξι φορές επί των ετήσιων κερδών. Κατά περίπτωση μπορούν να επιδικαστούν και μεγαλύτερα ποσά.

8. Από την παραπάνω σύντομη αναφορά προκύπτει ότι οι αντιπρόσωποι/διανομείς/ δικαιοχρήστες διακυβεύουν σημαντικά ποσά γι’ αυτό και δεν συγχωρείται καμία ολιγωρία ή αδράνεια για τη διεκδίκηση των νόμιμων δικαιωμάτων τους. Πρέπει να έχουν κατά νου ότι αυτοί είναι οι οποίοι καθιέρωσαν τα (άγνωστα πολλές φορές) προϊόντα κάποιων οίκων του εξωτερικού στην ελληνική αγορά και δικαιούνται και αυτοί ένα εύλογο μερίδιο από τα κέρδη που αποκομίζουν οι προμηθευτές από τη διάθεση των προϊόντων αυτών.

Τα όποια συναισθήματα πικρίας και απογοήτευσης από άκαιρες καταγγελίες πρέπει να παραμεριστούν για χάρη τη δικαίωση των κόπων και θυσιών που κατέβαλαν για την καθιέρωση των προϊόντων στην αγορά. Είναι λάθος συνεπώς η προσέγγιση της απραξίας στην αντιμετώπιση τέτοιων καίριων και ζωτικής σημασίας για την ύπαρξη και επιβίωση των επιχειρήσεων των αντιπροσώπων/διανομέων/ franchisee ζητημάτων. Οι κατασκευαστές/προμηθευτές από τη μεριά τους κοιτάζουν το συμφέρον τους. Η άλλη πλευρά θα δεχθεί μοιρολατρικά την αδικία εις βάρος της και πολλές φορές την καταστροφή της;

Tα δικαιώματα των εμπορικών αντιπροσώπων και διανομέων
Του Δημητρίου Β. Κουτσούκη*
http://www.koutsoukis.gr/content/content.php?category=8

Λόγω της πολυπλοκότητας των διαφόρων ζητημάτων που τίθενται τόσο κατά τη σύναψη και κατά τη διάρκεια λειτουργίας όσο και κατά τη λύση των συμβάσεων εμπορικής αντιπροσωπείας διανομής και franchising, απαραίτητη είναι η προσφυγή σε έμπειρο και εξειδικευμένο δικηγόρο. Έτσι πρέπει
* κατά τη διαπραγμάτευση και πριν την υπογραφή της σύμβασης να ελεχθεί από έμπειρο και εξειδικευμένο δικηγόρο το προτεινόμενο σχέδιο της σύμβασης για να αποφευχθούν παγίδες και επαχθείς ρήτρες για τα συμφέροντα των εμπορικών αντιπροσώπων–διανομέων-franchisee,
* κατά τη διάρκεια λειτουργίας της σύμβασης να υπάρχει στενή επαφή με έμπειρο και εξειδικευμένο δικηγόρο και να ζητείται η συμβουλή του  σε όποια ζητήματα αναφύονται, τα οποία είναι δυνατόν υπό περιστάσεις να οδηγήσουν και στην απώλεια των δικαιωμάτων του εμπορικού αντιπροσώπου – αποκλειστικού διανομέα-franchisee,
* με τα «πρώτα σύννεφα» στις σχέσεις προμηθευτή  και διαμεσολαβητικού προσώπου παρίσταται αναγκαία η προσφυγή σε έμπειρο και εξειδικευμένο δικηγόρο  για την κατάστρωση στρατηγικής για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του.

Τα δικαιώματα του εμπορικού αντιπροσώπου / αποκλειστικού διανομέα είναι:
1. Δικαίωμα αποζημίωσης πελατείας.
2. Δικαίωμα ανόρθωσης κάθε περαιτέρω ζημίας (θετικής και αποθετικής).
3. Δικαίωμα αποκατάστασης ηθικής βλάβης, εφόσον η λύση της σύμβασης επέρχεται υπό συνθήκες και περιστάσεις που συνιστούν αδικοπραξία.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Σε ρήτρες διαιτησίας και ρήτρες που καθιστούν αρμόδια αλλοδαπά δικαστήρια. Γιατί η ενάσκηση δικαιωμάτων σε αλλοδαπά δικαστήρια, αφενός ενέχει κινδύνους και αφετέρου απαιτεί αυξημένα έξοδα.

* Ο Δημήτριος Β. Κουτσούκης, είναι Δικηγόρος στον ΄Αρειο Πάγο, διδάκτωρ Νομικής Πανεπιστημίου Goettingen Γερμανίας,  ειδικός σε  ζητήματα  κοινοτικού και ελληνικού δικαίου ανταγωνισμού, συστήματα διανομής και συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας. (http://www.koutsoukis.gr/)

** Ο Δημήτριος Κ. Ρούσσης, είναι Δικηγόρος, LL.M., υπ. Δ.Ν., Νομικός Σύμβουλος ΑΤΕΒΑΝΚ. (http://www.klclawfirm.com/)


 
 Share on Facebook Share on Twitter Share on Reddit Share on LinkedIn
Comments Off on Νομολογιακές Εξελίξεις στις Συμβάσεις Εμπορικής Αντιπροσωπείας και Διανομής  comments